Περπατώντας στα σοκάκια, τις πλατείες και τα πεζοδρόμια της Αθήνας, οι εικόνες των αστέγων είναι θλιβερές και τρομακτικές. Όχι από την εξαθλιωμένη όψη τους, αλλά από την απανθρωπιά του σύγχρονου κόσμου που καθρεπτίζεται στα μάτια τους. Άνθρωποι ψάχνουν στα σκουπίδια για ένα κομμάτι ξερό μουχλιασμένο ψωμί, υπολείμματα κρέατος σε κόκκαλα και γουλιές ληγμένου γάλακτος σε πεταμένα μπουκάλια. Ουρές καταφθάνουν στα συσσίτια της εκκλησίας ή των Δήμων. «απομεινάρια» ανθρώπων σωριασμένα σε κρύα παγκάκια. Η ελληνική πρωτεύουσα δεν θυμίζει σε τίποτα αυτή της προηγούμενης δεκαετίας. Το τοπίο μοιάζει πλέον τριτοκοσμικό, αφού τα ποσοστά των ανέργων και των αστέγων έχουν υπερβεί το 25% αυτών που ήταν την περασμένη χρονιά.
Πριν μερικά χρόνια ένα τέτοιο φαινόμενο θα ήταν συχνό σε φτωχογειτονιές της Νέας Υόρκης, όπου οι κάτοικοι των πεζοδρομίων ήταν στη πλειονότητά τους υπαίτιοι των δικών τους παθών. Ήταν κατά κύριο λόγο εθισμένοι σε ναρκωτικές ουσίες, αλκοόλ και τυχερά παιχνίδια. Οι τωρινοί κάτοικοι των δρόμων είναι τα πάλαι πότε παιδιά της απατηλής «ευημερίας». Αυτοί που πλέον είναι έρμαια, μιας αβυσσαλέας πολιτικής που τους στερεί το μέλλον τους.
Ο κόσμος μας, σαν κλεψύδρα γύρισε στην αρχή. η αρχή έγινε τέλος. Η οικονομική κρίση γκρέμισε τις βεβαιότητες μιας ζωής, όπως δηλώνουν οι ‘νεοάστεγοι’. «Η αναζήτηση δουλειάς με γλίτωσε απ’ την αυτοκτονία.» λέει ο 55χρονος Σωτήρης. «Αλλά ποιός προσλαμβάνει έναν 50άρη;». Στην κρίσιμη ηλικία των 40, 50 ακόμη και των 60 αναζητούν εργασία και κυρίως ασφάλεια. Οι χρόνιοι κόποι τους οδήγησαν από την μια στιγμή στην άλλη να ζητούν σίτιση σε ιδρύματα, να υπομένουν με φόβο τους κινδύνους της νύχτας μέσα σε καταφύγια από χαρτόνι και κουρελιασμένα πανιά.
«Έμεινα άνεργος όταν αντιμετώπισα ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας. Δεν βαριέσαι, τώρα πια χωρίς χρήματα ποιος ενδιαφέρεται για την υγεία μου!» λέει με παράπονο ο Παναγιώτης. Χιλιάδες αιτήσεις καταφθάνουν καθημερινά σε αρμόδιους φορείς για δωρεάν περίθαλψη οι οποίες όμως είναι αδύνατον να απορροφηθούν από την δημόσια υγεία. καμία απολύτως κρατική πρόνοια δεν υπάρχει για την παροχή έστω και των αναγκαίων φαρμάκων. Προτάσεις συνεργασίας δημοτικών ιατρείων με τα πολυιατρεία διαφόρων οργανώσεων αλλά και με την Εκκλησία, με σκοπό την αποσυμφόρηση των δημόσιων νοσοκομείων, κινούνται με ασθματικούς ρυθμούς.
Η αδικία όμως παρουσιάζεται με το πιο σκληρό της πρόσωπο στα πιο αδύναμα και πλέον αθώα μέλη της κοινωνίας αυτής, τα παιδιά. Το ποσοστό των φτωχών παιδιών που ζουν στην Ελλάδα είναι ένα απ’ τα υψηλότερα στην Ευρώπη, αγγίζοντας σύμφωνα μάλιστα με στοιχεία, το 24% του πληθυσμού. Ποσοστό που μεταφράζεται σε 400.000 παιδιά. Το να είσαι παιδί και να μεγαλώνεις σήμερα μοιάζει με μια επικίνδυνη αποστολή με άγνωστη έκβαση. Δεν το χωράει καλά καλά η ανθρώπινη σκέψη, πώς θα ανατραφούν σωστά οι νέες γενιές μέσα σ’ αυτήν την πανωλεθρία που έχουν δημιουργήσει οι προηγούμενες. Είναι ένα λυπηρό αστείο(;) τα δικαιώματα του παιδιού. Ο κόσμος των τελευταίων δεκαετιών διαλύθηκε σαν πυροτέχνημα μέσα στον απόηχο ενός «Γιατί;». «Γιατί δεν μπορώ να παρέχω στα παιδιά μου την μόρφωση που χρειάζονται; Γιατί τα χρήματα δεν φτάνουν πια να εξασφαλίσω την στέγη, την τροφή τους, την επιβίωσή τους; » Ζώντας μέσα στην σκιά της ανεργίας και με τον κίνδυνο να βρεθεί μέσα σε μια στιγμή ο ίδιος και η οικογένειά του στο δρόμο, ο γονιός καταλήγει σε ένα άδικο συμπέρασμα. «Φταίω», «∆ΕΝ τα κατάφερα».
Κανένας αριθμός δεν μπορεί να εκφράσει την αγωνία του παιδιού, που με τις κεραίες του αφουγκράζεται την οικογενειακή απόγνωση και με την σειρά του, μπορεί κι εκείνο να αναρωτιέται «µήπως φταίω, έκανα κάτι κακό που η µαµά πια δεν χαμογελά;». Άνεργος, ας το επαναλάβουµε, δεν σηµαίνει µόνο κάποιος που έχει χάσει τη δουλειά του, σηµαίνει και κάποιος που έχει χάσει την αυτοεκτίµηση, την αξιοπρέπεια, το όνοµά του, την ελπίδα του. Και ας μην ξεχνάμε, ότι το πρόβλημα της ανεργίας και των αστέγων συνδέονται στενά σε μια αιτιακή σχέση.
Άστεγοι δεν είναι μόνο όσοι είναι στο δρόμο. Όπως τονίζει η κ. Άρτεμις Καλαβάνου κοινωνιολόγος από το Ελληνικό Δίκτυο για το Δικαίωμα στη Στέγη και στην Κατοικία, «άστεγος » σημαίνει να μην έχεις πρόσβαση σε αξιοπρεπή και ασφαλή στέγαση. Υπάρχουν άνθρωποι που μένουν σε καταλύματα που δεν έχουν ηλεκτρικό, ζεστό νερό, θέρμανση, τουαλέτα, μετανάστες που μένουν δέκα σε ένα δυάρι, κόσμος που μένει σε εγκαταλελειμμένα σπίτια, άλλοι που φιλοξενούνται σε άσχημες συνθήκες από συγγενείς ή προσωρινά σε ξενώνες. «Δεν θέλουμε ελεημοσύνη! Μια δουλειά θέλουμε και μέχρι τότε μια κάρτα απόρου για να μπορούμε να κάνουμε μερικά πράγματα χωρίς να μας εξευτελίζουν. Να μπαίνουμε στο λεωφορείο και να αγοράζουμε εφημερίδα», μας λέει ο Κώστας, άστεγος εδώ και πολλά χρόνια. Ένα είναι όμως το καίριο ερώτημα . πώς μπορούμε να αναχαιτίσουμε αυτό το πρόβλημα, που φαίνεται να ριζώνει μαζί με την οικονομική κρίση, βαθειά στην καρδιά της ελληνικής κοινωνίας;
Είναι εμφανές, ότι το κράτος πρόνοιας στις μέρες μας όχι μόνο υπολειτουργεί αλλά μάλλον αποσυντίθεται. Όμως ύψιστο χρέος των κυβερνόντων, είναι να προστατέψουν αυτούς που αδυνατούν να φροντίσουν τον εαυτό τους, και όχι να αντιμετωπίζουν με πρόχειρες εφήμερες και κακοφτιαγμένες λύσεις ένα τόσο σημαντικό ζήτημα. Πρέπει να κατοχυρωθεί συνταγματικά το δικαίωμα στη στέγη. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει ο θεσμός της κοινωνικής κατοικίας, (που ευδοκιμεί σε πολλές χώρες της Ευρώπης), που θα κατασκευάζεται με έξοδα του κράτους ή των δήμων, ή ακόμη και με την αξιοποίηση εγκαταλελειμμένων κτιρίων, στα οποία θα στεγάζονται άνθρωποι που έχουν ανάγκη. Ακόμη, πρέπει το Δημόσιο να αφυπνιστεί και να φροντίσει για την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και μείωση της ανεργίας, αλλά και για την αύξηση των αποδοχών των εργαζομένων. Η ανάπτυξη θα πρέπει να στηριχθεί σε μια αυτοτροφοδοτούμενη οικονομία, η οποία με την παράλληλη στήριξή της από καίρια νομοθετικά μέτρα και από μια σωστή δημοσιονομική πολιτική, να μπορέσει να εξαλείψει το πρόβλημα της φτώχειας και των αστέγων.
Εκτός όμως από την κρατική μέριμνα, που είναι η πλέον απαραίτητη, δεν είναι δυνατόν να αγνοήσουμε την σημαντικότητα και την δυναμικότητα της κοινωνικής αλληλεγγύης. Σε ατομικό επίπεδο δεν θα πρέπει να μένουμε άπραγοι και απαθείς μπροστά στον πόνο και την ανάγκη του συνανθρώπου μας. Ο καθένας ξεχωριστά, αλλά και όλοι μαζί δραστηριοποιούμενοι σε ένα κοινό πλαίσιο, μπορούμε να ανακουφίσουμε τα προβλήματα εκείνων που τόσο εύκολα θα μπορούσαν να γίνουν δικά μας. Λίγα τρόφιμα, φάρμακα, κουβέρτες και ενδύματα, θα μπορούσαν να διατεθούν έστω από το υστέρημά μας. Μια βοήθεια, ένα χαμόγελο μια γλυκιά κουβέντα στους ανθρώπους που τόσο αδιάφορα προσπερνούμε στο δρόμο. Ας απλώσουμε το χέρι μας, εκεί που το χέρι του Θεού δεν φτάνει πια…
Ελίνα Παλτόγλου, μαθήτρια του Β2
Συγχαρητήρια στην Ελίνα !!
ReplyDeleteΥπέροχο γραπτό γεμάτο ανθρωπιά κι ευαισθησία !!
Δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από άρθρα μεγάλων δημοσιογράφων ή συγγραφέων !!
Λυπάμαι για αυτό που συμβαίνει δίπλα μας, γι αυτήν την κατάσταση της Ελληνικής κοινωνίας, τους άνεργους, τα παιδιά , την δυστυχία που αυξάνεται με μαθηματική πρόοδο μέρα με τη μέρα,
μα χαίρομαι που οι σημερινοί έφηβοι αφουγκράζονται τα προβλήματα και τ΄αναδεικνύουν ,
ας κάνουμε όλοι ότι μπορούμε ,
ας απλώσουμε το χέρι !!
ΥΓ Θα κάνω link από το ΒΟΛΤΑ ΣΤ΄ΟΝΕΙΡΟ και την πρόσφατη ανάρτησή μου στην σελίδα σας και σε τούτο το εξαιρετικό γραπτό !!
Χαίρομαι πάρα πολύ που το επισημαίνεις αυτό Αθηνά!!
ReplyDeleteΠραγματικά η Ελίνα έγραψε ωραία.
Αυτό που διάβασες είναι μία εργασία της στο μάθημα της έκθεσης.
Τους είχα ζητήσει να γράψουν ένα άρθρο για εφημερίδα ή περιοδικό.
Δεν είναι υπέροχο;;
Τιμή μου
να την έχω στην τάξη μου!